Βασιλική Ηλιοπούλου συνέντευξη efsyn.gr

Όλα μύριζαν χαρτί

Βιβλία στο προσκέφαλο: Πολυαγαπημένα, πολυδιαβασμένα, βιβλία που μας διαμόρφωσαν ή μας στήριξαν σε δύσκολες στιγμές. Πρόσωπα της γραφής ξεφυλλίζουν την «αυτοβιογραφική» βιβλιογραφία τους.

Μνήμη και μεταμνήμη συλλογικών παθημάτων του τόπου, υπαρξιακό άγχος με ιστορικές και πολιτικές συνδηλώσεις συνθέτουν, σε αδρές γραμμές, τον αφηγηματικό καμβά της πεζογράφου Βασιλικής Ηλιοπούλου. Η κινηματογραφίστρια και βραβευμένη συγγραφέας (Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος, 2010, «Σμιθ», εκδ. Πόλις) σ’ ένα πυκνό και εσωτερικό αφήγημα διασταυρώνει γοητευτικά σελίδες μνήμης και μέρες γραφής και ανάγνωσης.

Επιμέλεια: Μισέλ Φάις

 

Τους παιδικούς μου χειμώνες τους έζησα στα Σέρβια της Κοζάνης. Χιόνι. Η μητέρα μου δούλευε πρωί – απόγευμα, όπως όλοι οι δάσκαλοι τότε. Μεγάλωσα στην αγκαλιά του παππού μου, με ιστορίες από τους τρεις πολέμους όπου τον είχαν στείλει να πολεμήσει, αλλά και παραμύθια. Και όλα μπλέκονταν: Κομιτατζήδες, Γερμανοβούλγαροι, μουλάρια, ο μονόφθαλμος βασιλιάς, η μούτα βασίλισσα, ο ραδιούργος σπανός, ο θυμόσοφος Νασρεντίν Χότζας.

Οι ιστορίες της γιαγιάς είχαν να κάνουν με την πατρίδα της τη Χρούπιστα (Αργος Ορεστικό κατόπιν) και τα ζώα. Λύκοι, αλεπούδες, φίδια, πουλιά που μιλούν, και η μοναδική της σχέση με μια αρκούδα.

Η μαμά διάβαζε σ’ εμένα και στον αδελφό μου πριν κοιμηθούμε: «Οι έμποροι των εθνών», «Ενα παιδί μετράει τ’ άστρα», «Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες». Εκείνη κρατούσε το βιβλίο. Εμείς βλέπαμε το στόμα της, απ’ όπου έβγαινε η ιστορία. Καθώς μας έπαιρνε ο ύπνος, ακούγαμε από το βουνό τον λύκο. Ολα μύριζαν ξύλο που σιγόκαιγε στη σόμπα.

Τους παιδικούς μου χειμώνες τους έζησα σ’ έναν κόσμο όπου τα πάντα είχαν ψυχή και φωνή και μιλούσαν. Αλλοτε με κραυγές κι άλλοτε ψιθυρίζοντας. Ανθρωποι, ζώα, δέντρα, αντικείμενα, είχαν μια ιστορία να πουν.

Το καλοκαίρι κατεβαίναμε στον πατέρα μου, στην Αθήνα. Ο κόσμος του πατέρα αλλιώτικος απ’ αυτόν της μητέρας, εντούτοις με κάτι κοινότις ιστορίες.

Ομως εδώ κλεισμένες μέσα σε δερματόδετα βιβλία, κρυμμένα στην εσοχή μιας εσωτερικής, σκοτεινής σκάλας που ένωνε τα δύο πατώματα του πέτρινου σπιτιού, μακριά από τα βλέμματα των περίεργων γειτόνων του Μακρονησιώτη. Μυστικά, μυστήριο. Τόπος απαγορευμένος και για μένα, που έπρεπε να αρκεστώ στα «παιδικά» βιβλία των φωτεινών δωματίων. Διαβάσματα λοιπόν στην κρύπτη, κρυφά και λαίμαργα, το μεσημέρι που οι μεγάλοι κοιμούνταν. Επόμενο να ερωτευτώ εκεί μέσα, και μάλιστα τους πιο σκοτεινούς ήρωες: Ρασκόλνικοφ και Χίθκλιφ, και με το που εμφανίστηκαν τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα», φυσικά τον Αμλετ. Για πάντα. Και όλα μύριζαν χαρτί.

Μέσα σ’ αυτή την κρύπτη από πέτρα και χαρτί παραδόθηκα στη γοητεία των τρομαχτικών μύχιων σκέψεων, των αντιθέσεων και των υπαινιγμών. Αλλωστε, και έξω από αυτή, το σπίτι μιλούσε για κρυφούς έρωτες, αλλά και κρυμμένους ανθρώπους, κυνηγημένους, με πλαστή ταυτότητα. Τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται.

Η θάλασσα ήταν το τρίτο στοιχείο του παιδικού μου σύμπαντος, καθώς οι ιστορίες που αφηγούνταν οι Ανδριώτες συγγενείς και ο Υδραίος παππούς, ναυτικοί όλοι, είχαν να κάνουν με ταξίδια μακρινά και ατελείωτα, αναμετρήσεις με θεριά ουρανού και θάλασσας, όπου δοκιμάζονταν οι αντοχές των ανθρώπων στο κορμί και στο μυαλό, καθώς και οι σχέσεις ανάμεσά τους. Βαθιά νερά, απύθμενο και το βάθος της ανθρώπινης ψυχής. Τζόζεφ Κόνραντ: «Τυφώνας».

Και βλέπω πως η περιπέτεια μπορεί να είναι μαζί οριζόντια και κάθετη. Και κάθε ανάγνωσή του ήταν μια μύηση –πράγμα που δεν το ήξερα τη στιγμή που γινόταν– και στην ίδια την περιπέτεια της γλώσσας, το παιχνίδι, τα νοήματα που σου αποκαλύπτονται μετά από επιμονή και αφοσίωση, σαν κρυμμένοι θησαυροί. Και μετά ο «Λόρδος Τζιμ», η «Καρδιά του σκότους» και τέλος ο «Μόμπι Ντικ» του Μέλβιλ που μ’ ένα χτύπημα της λευκής ουράς του προκαλεί άλλο ένα ρήγμα στην επιφάνεια των πραγμάτων. Τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται, κι αυτό είναι τρομακτικό κι ελκυστικό μαζί.

Η αδελφή μου γεννήθηκε με σύνδρομο down. Η ζωή μαζί της μου χάρισε την εμπειρία της δικής της, διαφορετικής θεώρησης του κόσμου και μιας γλώσσας άμεσης και λιτής. Και μ’ έναν ουσιαστικό τρόπο, ποιητικής.

Ηταν κρίσιμη επιρροή. Ηταν ευλογία.

Τελευταίο βιβλίο της Β. Ηλιοπούλου είναι «Το τέρας στο μετρό» (Πατάκης, 2017).

 

πηγή: efsyn.gr



Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *